Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Περί διαφορετικότητας: το αυτονόητο ως πολιτική επιλογή των λίγων για νομιμοποίηση της ανισότητας σε βάρος των πολλών

Οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο. Δεν είμαστε οι ίδιοι. Η διαφορετικότητα αποτελεί μια αυτονόητη συνθήκη στη ζωή του ανθρώπου. Αυτονόητα πράγματα. Όλοι το αντιλαμβάνονται και όλοι το βιώνουν. Αυτή η προσέγγιση είναι ανθρωποκεντρική.
Όταν όμως η εξουσία αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τη διαφορετικότητα, τα κίνητρα της δεν είναι ανθρωποκεντρικά. Η εξουσιοκεντρική προσέγγιση της διαφορετικότητας στοχεύει στη νομιμοποίηση της ανισότητας, της ανισότητας κατανομής πλούτου, προνομίων και εξουσίας. Ή διαφορετικά για τους εξουσιοκεντριστές – τους ολιγαρχικούς – η διαφορετικότητα ισούται με την ανισότητα. Η εξουσία γεμάτη «φιλάνθρωπη κατανόηση» εκφωνεί πεισματικά: αναγνωρίζω τη διαφορετική σου ταυτότητα, αναγνωρίζω το διαφορετικό σου φύλο, αναγνωρίζω την αναπηρία σου, αναγνωρίζω τη διαφορετική κοινωνική σου θέση, αναγνωρίζω τη φτώχεια σου.
Φυσικά η αναγνώριση από την εξουσία της διαφορετικότητας δεν εξάλειψε τη φτώχεια, δεν απάμβλυνε τις κοινωνικές ανισότητες. Αντίθετα , οι φορείς της εξουσίας λειτουργώντας με τη λογική του καταμερισμού των κοινωνικών έργων και θεωρώντας ότι οι ίδιοι είναι οι ειδικοί στην πολιτική, ουσιαστικά εμφυτεύουν, στο όνομα της διαφορετικότητας , στις συνειδήσεις των ανθρώπων να αποδεκτούν τη διαφορετική κοινωνική τους θέση.
Είναι το ίδιο ακριβώς που συνέβη προηγουμένως με το σύνθημα της ισότητας ευκαιριών που αποδείχτηκε μια απάτη. ‘Οπως σημειώνει ο Bernand Charlot “ η διεκδίκηση της ισότητας ευκαιριών σημαίνει στην πράξη την αξίωση να έχουν όλα τα παιδιά, χάρη στην εκπαίδευση, ίσες ευκαιρίες πρόσβασης σε άνισες κοινωνικές θέσεις.Σημαίνει, λοιπόν, ότι θέτουμε την αρχή της ισότητας στην εκπαίδευση και αναγνωρίζουμε ταυτόχρονα, σιωπηρά, τη νομιμότητα της αρχής της κοινωνικής ανισότητας».
Από τη δεκαετία του 1980 λοιπόν εισήλθε δυναμικά στο λεξιλόγιο των ανθρώπων η χρήση της λέξης «διαφορετικότητα» σε αντικατάσταση του προηγούμενου συνθήματος της «ισότητας των ευκαιριών». Η μαζικοποίηση της εκπαίδευσης ουσιαστικάτο κατέστησε ξεπερασμένο. Η εμμονή στην ισότητα σε συνθήκες μαζικής εκπαίδευσης ήταν ενοχλητική και επικίνδυνη για την ολιγαρχία. Η αποδέσμευση από τη διεκδίκηση της ισότητας επιτεύχθηκε με την υιοθέτηση της αποδοχής της διαφορετικότητας από τους ηγεμόνες, τοπικούς και διεθνείς. Η υιοθέτηση της διαφορετικότητας σε συνθήκες κοινωνικής ανισότητας, βόλευε μια χαρά τη νομιμοποίησή της. Γιατί η διαφορετικότητα των φυσικών χαρισμάτων, των φυσικών ταλέντων νομιμοποιεί ως κάτι φυσικό και την ανισότητα των ανθρώπων. Η επιλογή λοιπόν της διαφορετικότητας από την εξουσία δεν έγινε για να ενισχυθεί η ισότητα των ανθρώπων, αλλά για να νομιμοποιηθεί η ανισότητα.
Τη δεκαετία του 1990 και παράλληλα με την παγκοσμιοποίηση και την επέκταση της ΕΕ η λέξη «διαφορετικότητα» έγινε αναπόσπαστο μέρος της ζωής. Το μήνυμα «διαφορετικότητα» δονούσε καταιγιστικά τα αυτιά και το μυαλό. Τα σχολεία αγωνίζονταν να εμφυτεύσουν στους νέους το νέο μήνυμα: διαγωνισμοί ενδοσχολικοί, παγκύπριοι, πανευρωπαϊκοί, εκδηλώσεις, αφίσες, εκθέσεις ιδεών.
Οι διακηρύξεις περί σεβασμού της διαφορετικότητας αποτελούν προπαγανδιστικές κενολογίες όταν αποκοπούν από το συγκεκριμένο κοινωνικοικονομικό και πολιτκό πλαίσιο, το φορέα που τις προβάλλει και τα κίνητρά του. Η λέξη αποκτά νόημα με τη χρήση της και όχι ως λεξικογραφική αναφορά.
Σε συνέχεια των προβληματισμών που ανέπτυξε ο Bernard Charlot τη δεκαετία του 1990 στη Γαλλία, πρόσφατα ο Ουόλτερ Μπεν Μίκαελς, καθηγητής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Ιλινόις του Σικάγου, εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Η διαφορετικότητα ενάντια στην ισότητα».
Σε συνέντευξη του ο συγγραφέας αναφέρει: «Το κύριο θέμα στο βιβλίο μου είναι ότι οι αριστεροί που πιστεύουν κάτι τέτοιο απατώνται: η διαφορετικότητα βρίσκεται στην υπηρεσία του νεοφιλελευθερισμού, δεν είναι εχθρός του.....Η διαφορετικότητα δεν μειώνει τις οικονομικές ανισότητες....Τα οφέλη σε επίπεδο διακυβέρνησης είναι κι αυτά αρκετά προφανή. Ο στόχος του νεοφιλελευθερισμού είναι ενας κόσμος όπου οι πλούσιοι μπορούν να κοιτάζουν τους φτωχούς και να τους διαβεβαιώνουν ότι κανένας δεν αποτελεί θύμα διακρίσεων, να τους διαβεβαιώνουν ότι οι ταυτότητές τους γίνονται σεβαστές. Δεν πρόκειται βέβαια να τους κάνουν λιγότερο φτωχούς. Αλλά να τους κάνουν να νιώσουν ότι η φτώχεια τους δεν αποτελεί μια αδικία» (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 18/5/2009).
Αντί λοιπόν να ασχολούμαστε με αυτονόητες παραδοχές, α-πολιτικές είναι καλύτερο να επικεντρωνόμαστε σε πολιτικές έννοιες και πολιτικά ζητήματα, όπως η ισότητα, η ελευθερία και η δημοκρατία. Το κουτόχορτο που πωλούν οι ολιγαρχικοί στους πολίτες και οι «επιστημονικοί» νεροκουβαλητές τους ας μείνει απούλητο, για να το καταναλώσουν οι ίδιοι.

1 σχόλιο:

nahna είπε...

Πάαααρα πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση της διαφορετικότητας ως εργαλείο στα χέρια της εξουσίας. Και πολύ επίκαιρο μάλιστα.